Ώρες Λειτουργίας
  • clockΔευτ-Παρ: 10:00 – 14:00
                       17:00 – 21:00
    Σάββατο: Κλειστά
Στοιχεία Επικοινωνίας
Ρωτήστε τους ειδικούς

    user-3

    email-2

    smartphone

    Σακχαρώδης διαβήτης - Diabetes mellitus

    Τι είναι ο Σακχαρώδης διαβήτης;

    Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια ασθένεια του μεταβολισμού που χαρακτηρίζεται από αυξημένη συγκέντρωση γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα (υπεργλυκαιμία) ως επακόλουθο είτε της ελαττωμένης έκκρισης της ορμόνης ινσουλίνη είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη και αφορά σχεδόν 422.000.000 ανθρώπους ανά τον κόσμο (WHO diabetes statistics worldwide Oct. 2018), αριθμός που αναμένεται να διπλασιαστεί μέχρι το 2030 καθώς η συχνότητα της νόσου αυξάνει ραγδαία. Εκτιμάται ότι στην Ελλάδα το 5.9% του γενικού πληθυσμού πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη. Πρόκειται κατά κανόνα για μια πάθηση με χρόνια πορεία και μπορεί να προκαλέσει μια σειρά σοβαρών επιπλοκών μεταξύ άλλων καρδιαγγειακή νόσο, χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, βλάβες του αμφιβληστροειδούς και βλάβες των περιφερικών και κεντρικών νεύρων.

    Πού οφείλεται;

    Η γλυκόζη είναι η κινητήριος δύναμη και αποτελεί απαραίτητο φορέα ενέργειας για τη φυσιολογική λειτουργιά όλων των κυττάρων. Απαραίτητη για την είσοδο της στα κύτταρα (ιδιαίτερα στο συκώτι και τον λιπώδη ιστό) είναι η παρουσία της ινσουλίνης. Η ινσουλίνη συντίθεται σε εξειδικευμένα κύτταρα του παγκρέατος,αποθηκεύεται και απελευθερώνεται ανάλογα με τις ενεργειακές ανάγκες του οργανισμού και των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα.

    Πόσες μορφές σακχαρώδους διαβήτη υπάρχουν;

    Κάθε διαταραχή της διαδικασίας έκκρισης ή δράσης της ινσουλίνης οδηγεί αργά ή γρήγορα σε συσσώρευση της γλυκόζης στο αίμα. Ανάλογα με το επίπεδο, στο οποίο εντοπίζεται η βλάβη διαχωρίζονται 4 τύποι σακχαρώδους διαβήτη με διαφορετική αιτιοπαθογένεια, αντιμετώπιση και πρόγνωση:

    1. ΣΑΚΧΑΡΏΔΗΣ ΔΙΑΒΉΤΗΣ ΤΎΠΟΥ 1 (Ο αυτοάνοσος διαβήτης)arrow-point-to-right-1

    Αυτή η μορφή διαβήτη οφείλεται στην καταστροφή των β-νησιδίων του παγκρέατος, τα οποία είναι υπεύθυνα για την παραγωγή της ινσουλίνης, με αποτέλεσμα την ολική έλλειψη ή ελάχιστη έκκριση ινσουλίνης. Ο τύπος αυτός αποτελεί την κυριότερη αιτία διαβήτη σε νεαρές ηλικίες, μπορεί όμως να προσβάλλει και τους ενήλικες ως Λανθάνων Αυτοάνοσος Διαβήτης σε Ενήλικες (Late Autoimmune Diabetes in Adults-LADA). Η καταστροφή των β-κυττάρων του παγκρέατος είναι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων αυτοάνοσης αιτιολογίας. Στο μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών με διαβήτη τύπου 1 ανιχνεύονται στην κυκλοφορία ένα ή περισσότερα είδη αυτοαντισωμάτων, οι ασθενείς δε αυτοί εμφανίζουν αυξημένη προδιάθεση και για άλλες αυτοάνοσες παθήσεις.

    Χαρακτηριστικό αυτής της μορφής διαβήτη, που είναι και η συχνότερη, είναι ο συνδυασμός ελαττωμένης έκκρισης ινσουλίνης και ελαττωμένης ευαισθησίας των κυττάρων στη δράση της (ινσουλινοαντοχή). Ο διαβήτης τύπου 2 είναι η συχνότερη αιτία διαβήτη στους ενηλίκους με σημαντικό προδιαθεσικό παράγοντα την παχυσαρκία, ενώ η ηλικία και το γενετικό υπόβαθρο φαίνεται να συμβάλλουν σημαντικά στην εκδήλωση της νόσου. Χαρακτηριστικά, η πιθανότητα εμφάνισης της νόσου είναι 5 με 10 φορές αυξημένη σε ασθενείς με τουλάχιστον έναν συγγενή πρώτου βαθμού με διαβήτη.

    Το πρώτο βήμα στη θεραπεία αυτής της μορφής διαβήτη είναι η αλλαγή του τρόπου ζωής του ασθενούς, με στόχο την απώλεια βάρους, την αύξηση της σωματικής άσκησης και την υγιεινή διατροφή. Σε δεύτερο στάδιο μπορούν να επιστρατευτούν αντιδιαβητικά φάρμακα, που στόχο έχουν την αύξηση της γλυκοζο-εξαρτώμενης παραγωγής ινσουλίνης, τη βελτίωση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη ή την αποβολή της γλυκόζης από τον οργανισμό. Σε τρίτο στάδιο και αν ο έλεγχος της νόσου εξακολουθεί να είναι ανεπαρκής, κρίνεται σκόπιμη η χορήγηση ινσουλίνης.

    Αυτή η μορφή διαβήτη εμφανίζεται στο δεύτερο η τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης σε γυναίκες που είχαν φυσιολογικές τιμές σακχάρου πριν την εγκυμοσύνη. Ο τύπος αυτός διαβήτη αφορά στο 3-5% των κυήσεων. Αυτή η μορφή διαβήτη συνήθως ιάται αυτόματα μετά τον τοκετό, μπορεί όμως να προκαλέσει επιπλοκές και προβλήματα στην υγεία μητέρας και νεογνού και συνδέεται με κατα 30-40 % αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 στο μέλλον. Η θεραπεία του βασίζεται αποκλειστικά στην τήρηση ενός υγιεινού προγράμματος διατροφής και αν κριθεί αναγκαία, στην εξωγενή χορήγηση ινσουλίνης. Απαραίτητη είναι σε αυτές τις περιπτώσεις η εντατική παρακολούθηση μητέρας και νεογνού και η συνεπής μέτρηση των τιμών γλυκόζης νηστείας και μεταγευματικά και η τήρηση των προβλεπόμενων τιμών γλυκόζης.

    Άλλες μορφές διαβήτη

    Σε αυτήν την κατηγορία συγκεντρώνονται μορφές διαβήτη, που οφείλονται σε άλλα αίτια π.χ. λήψη κορτιζονούχων σκευασμάτων, παγκρεατική ανεπάρκεια λόγω χειρουργικής αφαίρεσης, παγκρεατίτιδας, κυστικής ίνωσης, μονογενετικές μορφές διαβήτη, όπως ο διαβήτης τύπου MODY (maturity onset diabetes of the youth).

    Πώς τίθεται η διάγνωση;

    Η υποψία για την παρουσία σακχαρώδους διαβήτη τίθεται όταν έχουν κάνει την εμφάνιση τους κάποια από τα παρακάτω συμπτώματα:

    • Πολυουρία (ανάγκη για συχνή ούρηση).
    • Σημεία αφυδάτωσης (έντονη δίψα, ξηροστομία, αφυδατωμένο δέρμα).
    • Θολωμένη όραση.
    • Οι εργαστηριακές εξετάσεις μέτρησης σακχάρου στο αίμα θα επιβεβαιώσουν τη διάγνωσης.

    Τι είναι ο προδιαβήτης;

    Προδιαβήτης είναι η ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ του φυσιολογικού σακχάρου στο αίμα και της αρχής εκδήλωσης σακχαρώδους διαβήτη. Τα άτομα με προδιαβήτη έχουν προδιάθεση για εκδήλωση σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2. Υπολογίζεται ότι  σε ένα χρονικό διάστημα 5 ετών το 30% των ατόμων με προδιαβήτη, εάν δεν ακολουθήσει έναν υγιεινό τρόπο ζωής, θα εμφανίσει διαβήτη.

    Ποιες είναι οι πιθανές επιπλοκές του σακχαρώδους διαβήτη;

    Η πιθανότητα ανάπτυξης επιπλοκών λόγω του σακχαρώδους διαβήτη μειώνεται όσο καλύτερα ρυθμίζονται οι τιμές του σακχάρου στο αίμα και διαχωρίζονται στις οξείες και στις χρόνιες, ανάλογα με το χρόνο εμφάνισής τους στην πορεία της νόσου.

    Στις οξείες επιπλοκές του σακχαρώδους διαβήτη ανήκουν η Διαβητική κετοξέωση, το υπεροσμωτικό υπεργλυκαιμικό κώμα και η υπογλυκαιμία.

    Η Διαβητική κετοξέωση είναι μια οξεία και επικίνδυνη επιπλοκή του σακχαρώδους διαβήτη και απαιτεί την άμεση διακομιδή του ασθενούς σε νοσοκομείο με δυνατότητα παρακολούθησης σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Η κατάσταση αυτή οφείλεται στα πολύ υψηλά επίπεδα γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα ως αποτέλεσμα της πλήρους έλλειψης ινσουλίνης και εμφανίζεται κατά κανόνα σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1, συχνά ως πρώτο σημείο εμφάνισης της νόσου. Περίπου το 15-25% των παιδιών με πρωτοδιάγνωστο σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1 (ΣΔ1) παρουσιάζεται με Διαβητική κετοξέωση, ενώ το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο ανησυχητικό 70% σε παιδιά κάτω των 2 ετών. Η κλινική εικόνα είναι χαρακτηριστική με έντονη κατάπτωση, δίψα και πολυουρία με έκδηλα σημεία αφυδάτωσης, ταχύπνοια, φρουτώδη απόπνοια, ναυτία και σε προχωρημένες περιπτώσεις διαταραχές συνείδησης, πτώση της πίεσης και κυκλοφορική καταπληξία (shock).

    Το υπεροσμωτικό υπεργλυκαιμικό κώμα εμφανίζεται κατά κανόνα σε άτομα μεγάλης ηλικίας με σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2. Είναι μία επείγουσα κατάσταση, η οποία χαρακτηρίζεται από έντονη υπεργλυκαιμία, διαφέρει όμως από τη Διαβητική κετοξέωση, καθώς απουσιάζει η οξέωση (χαμηλό pH στο αίμα). Η βαριά υπεργλυκαιμία προκαλεί υπερβολική διούρηση με αποτέλεσμα την αφυδάτωση και ηλεκτρολυτικές διαταραχές. Ιδίως στους ηλικιωμένους, μπορεί να εξελιχθεί σε διάστημα ημερών έως εβδομάδων.

    Ως υπογλυκαιμία ορίζουμε τα χαμηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα. Όταν τα επίπεδα αυτά είναι πολύ χαμηλά τότε το σώμα δεν μπορεί να προσλάβει την ενέργεια που χρειάζεται για να εκτελέσει τις απαραίτητες λειτουργίες του και τα πιο κοινά συμπτώματα είναι τα ακόλουθα:

    • Αδυναμία
    • Εφίδρωση
    • Πείνα
    • Κόπωση
    • Θολή όραση
    • Ελλειμματική προσοχή
    • Πονοκέφαλοι

    Η υπογλυκαιμία μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, εντούτοις σε ασθενείς που βρίσκονται σε αγωγή με ινσουλίνη οφείλονται κατά κύριο λόγο σε μια αναντιστοιχία μεταξύ της χορηγούμενης δόσης ινσουλίνης και των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα, π.χ.  λάθη στον υπολογισμό της ποσότητας των υδατανθράκων του γεύματος, παράλειψη γευμάτων, έντονη σωματική δραστηριότητα, κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων αλκοόλ.

    Χρόνιες επιπλοκές

    Η πρόγνωση, η πορεία και η ποιότητα ζωής του ασθενούς με σακχαρώδη διαβήτη καθορίζεται σχεδόν αποκλειστικά από την παρουσία και την έκταση αγγειακών επιπλοκών, οι οποίες μπορεί να αφορούν τα μεγάλα (μακρο-) ή/και τα μικρά αγγεία (μικροαγγειοπάθεια).

    ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΗ ΝΟΣΟΣarrow-point-to-right-1

    Αποτελεί την σημαντικότερη επιπλοκή του σακχαρώδους διαβήτη και καθορίζει το προσδόκιμο επιβίωσης του ασθενούς. Η διαβητική καρδιοπάθεια αποτελεί συνθέτη οντότητα και η κλινική της εικόνα μπορεί να ποικίλλει από την σκλήρυνση των αγγείων σε πρώιμα στάδια μέχρι και τις διαταραχές της αιμάτωσης του καρδιακού μυός και οξέα ή χρόνια ισχαιμικά επεισόδια με προοδευτική εξέλιξη σε χρόνια καρδιακή ανεπάρκεια.  Επιπλέον η διαβητική νευροπάθεια αδρανοποιεί τον πολύτιμο πόνο  στο στήθος σαν διαγνωστικό σύμπτωμα, με αποτέλεσμα το έμφραγμα να μη γίνεται εύκολα αντιληπτό στα πρώιμα στάδια.

    Ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί τη συχνότερη αιτία τύφλωσης στο Δυτικό κόσμο. Αλλοιώσεις του τύπου της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας εμφανίζονται σε σχεδόν 90% των ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη σε βάθος 15 χρόνων και ο κυριότερος παράγοντας κινδύνου για την εμφάνιση και την περαιτέρω εξέλιξη αυτών είναι η πολύ αυστηρή ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα με συχνές και έντονες υπογλυκαιμίες μεγάλης διάρκειας, καθώς και η υπέρταση, τα αυξημένα επίπεδα χοληστερίνης στο αίμα και το κάπνισμα.

    Τα νεφρά αποτελούν τα όργανα που φιλτράρουν το αίμα, απομακρύνοντας τις άχρηστες ουσίες από τον οργανισμό και διατηρώντας ακέραιο το ισοζύγιο νερού-ηλεκτρολυτών. Ο διαβήτης μπορεί να προκαλέσει βλάβη στα μικροσκοπικά νεφρικά φίλτρα, τα νεφρικά σπειράματα, με αποτέλεσμα ουσίες που θα έπρεπε να ανακυκλωθούν και να περάσουν στο αίμα να εμφανίζονται στα ούρα, ενώ ορισμένες άχρηστες ουσίες συσσωρεύονται στο αίμα. Ο έλεγχος για την παρουσία αλλοιώσεων στα νεφρά πραγματοποιείται με την απλή μέτρηση της ποσότητας της πρωτεΐνης λευκωματίνης στα ούρα, ενώ η μέτρηση της κρεατινίνης στο αίμα παρέχει πληροφορίες για τη λειτουργικότητα του νεφρικού συστήματος.

    Το διαβητικό πόδι αποτελεί την συχνότερη αιτία ακρωτηριασμού, εμφανίζεται συχνά σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη και περιφερική νευροπάθεια και αγγειοπάθεια και συνδέεται με αυξημένη νοσηρότητα και θνησιμότητα. Βασική προϋπόθεση για την πρόληψη και βελτίωση της πρόγνωσης αυτής της κατάστασης είναι η έγκαιρη αναγνώριση και θεραπεία ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη και παράγοντες κινδύνου, όπως:

    • Κακή ρύθμιση σακχάρου στο αίμα
    • Κάπνισμα
    • Παραμορφωμένα πόδια
    • Περιφερική νευροπάθεια με απώλεια αίσθησης στα κάτω άκρα
    • Περιφερική αγγειοπάθεια
    • Ιστορικό έλκους
    • Ακρωτηριασμό
    • Διαταραχές όρασης
    • Νεφρική νόσος

    Ο έλεγχος των ποδιών θα πρέπει να γίνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα, ενώ στα πλαίσια της επίσκεψης στο διαβητολόγο θα διενεργούνται δοκιμασίες ελέγχου της κατάστασης των νεύρων (αντανακλαστικά, διαπασών 128 Hz, microfilament 10 gr, καρφίδα) και των αγγείων των κάτω άκρων (έλεγχος σφύξεων, μέτρηση ΑΒΙ, Doppler). Ιδιαίτερα σημαντική είναι η εκπαίδευση του ασθενούς από το διαβητολόγο όσον αφορά σε τραυματισμούς, οι οποίοι μπορεί να μη γίνουν αντιληπτοί λόγω της περιφερικής νευροπάθειας.

    Ο Διαβήτης μπορεί να προκαλέσει βλάβη στα νεύρα σε όλο το σώμα. Ωστόσο στο 75% των περιπτώσεων έχουμε περιφερική διαβητική νευροπάθεια. Η κατάσταση αυτή είναι παρούσα σε 1 στους 5 ασθενείς με Διαβήτη τύπου 1 και 1 στους 10 ασθενείς με πρωτοδιαγνωσμένο Διαβήτη τύπου 2. Μετά από 10 χρόνια, οι μισοί ασθενείς με Διαβήτη τύπου 2 έχουν περιφερική νευροπάθεια. περιφερική νευροπάθεια αφορά τα άκρα και κατά κύριο λόγο τα πόδια και εκδηλώνονται με πόνο, τσούξιμο-κάψιμο, μυρμήγκιασμα ή μούδιασμα στα δάχτυλα ή τα πόδια και απώλεια της αίσθησης στην αφή, με αποτέλεσμα πληγές, έλκη και μολύνσεις που δεν γίνονται αντιληπτά από τον ασθενή. Κλασικά παραδείγματα προσβολής του κεντρικού νευρικού συστήματος είναι ακράτεια, στυτική δυσλειτουργία, διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος με ναυτίες και εμετούς, καθώς και έντονη εφίδρωση.

    Ποιά είναι η θεραπεία του σακχαρώδους διαβήτη και ποιοί οι στόχοι της;

    Ο στόχος κατά την αντιμετώπιση του διαβήτη είναι η ρύθμιση του, δηλαδή να διατηρείται το σάκχαρο αίματος όσο γίνεται πιο κοντά στα “φυσιολογικά” επίπεδα με απώτερο σκοπό την αποφυγή οξέων περιστατικών απορρύθμισης (υπογλυκαιμία, διαβητική κετοξέωση, υπεροσμωτικό υπεργλυκαιμικό κώμα) και χρόνιων επιπλοκών.

    Ακρογωνιαίος λίθος της θεραπείας όλων των μορφών διαβήτη συνιστά ο υγιεινός τρόπος ζωής με μια ισορροπημένη διατροφή, βασισμένη στο μεσογειακό πρότυπο, καθώς και η συστηματική άσκηση αερόβιου τύπου.

    Στο σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 αρκεί σε αρκετές περιπτώσεις η αλλαγή στον τρόπο ζωής ως αρχικό θεραπευτικό μέσο. Στην περίπτωση που τα υγιεινοδιαιτητικά μέτρα δεν είναι πλέον αποτελεσματικά υπάρχει μια σειρά φαρμάκων στη ¨φαρέτρα του διαβητολόγου, τα όποια, με βάση δεδομένα πρόσφατων μελετών, εξασφαλίζουν όχι μόνο μια καλή γλυκαιμική ρύθμιση, αλλά συνεισφέρουν άμεσα στην αποτροπή επιπλοκών όπως η διαβητική νεφροπάθεια και καρδιοπάθεια. Τα νέα αντιδιαβητικά φάρμακα επιτρέπουν μια εξατομικευμένη φαρμευτική αγωγή, προσαρμοσμένη στις ανάγκες, απαιτήσεις και επιθυμίες του ασθενούς. Το επόμενο βήμα, σε περίπτωση που η αντιδιαβητική αγωγή σε δισκία δεν είναι πλέον αρκετή, είναι η έναρξη της χορήγησης ινσουλίνης.

    Στο σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 η χορήγηση ινσουλίνης είναι απολύτως αναγκαία. Η αγωγή αποτελείται κατά κανόνα από 2 σκέλη, αποτελούμενα από τη ¨βασική¨ ινσουλίνη μακράς δράσης και την ινσουλίνη ¨εφόδου¨ στα γεύματα.

    Μία εξαιρετική εναλλακτική αντί της μεθόδου των πολλαπλών ενέσεων ημερησίως είναι η συνεχής υποδόρια έγχυση με φορητή αντλία. Με την αντλία συνεχούς έγχυσης ινσουλίνης χορηγείται ινσουλίνη ταχείας δράσης σε συνεχή προγραμματιζόμενο σε 24ωρη βάση ρυθμό. Οι δόσεις εφόδου υπολογίζονται όπως και στο σχήμα πολλαπλών ενέσεων.

    Ποιές υπηρεσίες παρέχει το ιατρείο μας

    Το ιατρείο μας προσφέρει την δυνατότητα περίθαλψης ασθενών με:

    • Σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1.
    • Σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.
    • Σακχαρώδη διαβήτη κύησης.
    • Άλλες μορφές διαβήτη (MODY, φαρμακευτικό κτλ.)
    • Ασθενείς με διαβητική νευροπάθεια ή/και διαβητικό πόδι.
    • Ασθενείς με αντλία ινσουλίνης.
    • Ασθενείς με CGM (σύστημα συνεχούς καταγραφής γλυκόζης) ή FGM
      (σύστημα στιγμιαίας καταγραφής γλυκόζης με υποδόριο δέκτη).